04 Νοεμβρίου έως 08 Νοεμβρίου
11 Νοεμβρίου έως 15 Νοεμβρίου
Το τσίπουρο είναι ένα παραδοσιακό ελληνικό οινοπνευματώδες ποτό, βαθιά ριζωμένο στην ιστορία και την κουλτούρα του τόπου. Η καταγωγή του λέγεται πως χάνεται στο βάθος των αιώνων, με τις απαρχές του να τοποθετούνται τον 14ο αιώνα στο Άγιο Όρος, όπου μοναχοί της ορεινής Χαλκιδικής το παρασκεύαζαν με αφοσίωση και μυσταγωγία.
Άρρηκτα συνδεδεμένο με τις παραδοσιακές αξίες της ελληνικής ζωής και τον φιλόξενο χαρακτήρα των ανθρώπων της υπαίθρου, το τσίπουρο παραμένει μέχρι σήμερα σύμβολο αυθεντικότητας, ζεστασιάς και παρέας.
Πρώτη ύλη για την παραγωγή του είναι τα σταφύλια – συγκεκριμένα τα στέμφυλα, δηλαδή το υπόλειμμα που μένει μετά τη συμπίεση των σταφυλιών: φλούδες, κουκούτσια και λίγη σάρκα. Μέσα από μια διαδικασία βρασμού, συμπύκνωσης των ατμών και επαναυγροποίησης, συλλέγονται σιγά σιγά οι πρώτες σταγόνες του πολύτιμου αποστάγματος.
Από τα τέλη Οκτώβρη έως και τον Δεκέμβρη, οι αγροτικές περιοχές ζουν στους ρυθμούς του τσίπουρου. Η απόσταξη γίνεται αφορμή για πανηγύρι – τα καζάνια βράζουν, οι μυρωδιές πλημμυρίζουν την ατμόσφαιρα, και οι άνθρωποι μαζεύονται γύρω από τραπέζια με μεζέδες, μουσική και χορό. Παρά την εορταστική ατμόσφαιρα όμως, η απόσταξη είναι μια διαδικασία που απαιτεί εμπειρία και προσοχή.
Μικρά μυστικά του τσίπουρου
- Η ανακάλυψη της απόσταξης ξεκίνησε από την αέναη ανθρώπινη αναζήτηση για την τέχνη της αλχημείας — της «διάλυσης και επανασύνθεσης». Έτσι προέκυψε το απόσταγμα που σήμερα είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής ταυτότητας.
- Η γεύση του τσίπουρου μπορεί να ποικίλει σημαντικά: από απαλό και ήπιο μέχρι έντονο και πληθωρικό, με αρώματα φρούτων, βοτάνων ή ακόμα και ξηρών καρπών.
- Σε πολλές περιοχές προστίθενται μυρωδικά όπως γλυκάνισος και μάραθος, ενώ αλλού επιλέγονται πιο ιδιαίτερα υλικά όπως μαστίχα Χίου, χαρούπια ή αποξηραμένα σύκα. Τα τελευταία χρόνια, επικρατεί η τάση της μονοποικιλιακής απόσταξης, όπου χρησιμοποιείται μία μόνο ποικιλία σταφυλιού για πιο καθαρό και αναγνωρίσιμο αρωματικό προφίλ.
- Ο αλκοολικός βαθμός του κυμαίνεται συνήθως από 35% έως 45%.
- Μέχρι και τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα, το τσίπουρο παραγόταν σχεδόν αποκλειστικά «κατ’ οίκον», χωρίς μαζική βιομηχανική παραγωγή – μια πρακτική που ενίσχυε τον οικογενειακό και παραδοσιακό χαρακτήρα του.

